5 Μαρ 2008

Παυλίδου Δέσποινα: Πώς κατανοείται η ανθρωπολογία στα μουσεία;


Η προσέγγιση των πολιτισμικών και κοινωνικών φαινομένων μέσω της διερεύνησης της ανθρώπινης δραστηριότητας και συμπεριφοράς αποτελεί το βασικό αντικείμενο μελέτης της ανθρωπολογίας. Στο χώρο των μουσείων εντοπίζεται η απτή εκδήλωση της ανθρώπινης πρακτικής μέσω της αποτύπωσης της στην ύλη και της συλλογής των υλικών αντικειμένων-στοιχείων που αποδεικνύουν την πολιτισμική εξέλιξη των ανθρώπινων κοινωνιών. Το μουσείο φαίνεται, λοιπόν, να αποτελεί βασικό πεδίο έρευνας και μελέτης της επιστήμης της ανθρωπολογίας, διοχετεύοντας την με τα απαραίτητα υλικά δεδομένα. Από τη άλλη, ο κλάδος της ανθρωπολογίας αποτελεί το βασικό εργαλείο νοηματοδότησης των αντικειμένων και κατ΄επέκταση διαμόρφωσης πολιτισμικής ταυτότητας των εκάστοτε κοινωνικών ομάδων. Εύκολα διαπιστώνεται η αμφίδρομη και αλληλένδετη σχέση ανθρωπολογίας και μουσείων, μιας σχέσης όμως που σήμερα καλείται να επαναπροσδιοριστεί.
Η μελέτη της εξελικτικής πορείας της ανθρωπολογίας δίνει πολλά στοιχεία για τον τρόπο που διακυμάνθηκε η σχέση της με τον κλάδο της μουσειολογίας. Το μουσείο αποτέλεσε τη μήτρα στην οποία κυοφορήθηκε η επιστήμη της ανθρωπολογίας τον 19ο αιώνα, και τα εθνογραφικά μουσεία υπήρξαν βασικό πεδίο μελέτης της, με το τρίπτυχο έρευνα-συλλογή-έκθεση να περιγράφει τα διαδοχικά στάδια της ανθρωπολογικής εργασίας. Το φαινόμενο του αποικισμού ενδυνάμωσε τη ταύτιση της ανθρωπολογίας με τα εθνογραφικά μουσεία που είχαν στην κατοχή τους συλλογές ξένων πολιτισμών, συνδέοντας την παράλληλα με τη μελέτη των μη δυτικών πολιτισμών. Στο σημείο αυτό εντοπίζεται η πολιτική διάσταση της μουσειακής πρακτικής με τη δημιουργία στερεότυπων και την αυθαίρετη επιβολή της εικόνας που θα ορίσει την πολιτισμική ταυτότητα μιας ολόκληρης φυλής. Τα γυάλινα κουτιά των μουσείων συμβολίζουν την ταξινόμηση και τον εγκλωβισμό πολιτισμών στα δυτικά πρότυπα, αντικειμενοποιώντας φυλές και κοινωνίες. Τα αντικείμενα γίνονται εκφραστές των κυριαρχικών σχέσεων και του κοινωνικού ελέγχου που η πολιτική προσπαθεί να επιβάλει, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της και τα μουσεία χώροι άσκησης της ιμπεριαλιστικής πολιτικής.
Η κοινωνική ανθρωπολογία, που ως κλάδος εμφανίστηκε το 1970, σηματοδότησε την ενασχόληση της ανθρωπολογίας με τα θεωρητικά θέματα της ομαδικής συμπεριφοράς, της θρησκείας, της συγγένειας, των εθίμων και της τεχνολογικής ανάπτυξης, αποσπώντας την από τη μελέτη του υλικού πολιτισμού. Η κατοπεινή πορεία όμως της ακαδημαϊκής ανθρωπολογίας, η οποία επικεντρώθηκε στη μελέτη των κοινωνικών και πολιτισμικών φαινομένων με βασικό εργαλείο την πρακτική εκπαίδευση, τη διαχώρισε από την μουσειολογία, αφήνοντας την τελευταία να λιμνάζει προσκολλημένη στο υλικό της καθαρά υπόβαθρο. Πλέον το ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για τις συλλογές-τον υλικό πολιτισμό μειώθηκε και τα μουσεία καθιερώθηκαν ως απαρχαιωμένοι χώροι ξερής συντήρησης του παρελθόντος. Η ανάγκη ανανέωσης των δύο κλάδων, ανθρωπολογίας και μουσειολογίας συνεπάγεται την αναβίωση της συνεργασίας τους, και τον επαναπροσδιορισμό τη σχέσης τους με κύριο ρυθμιστή τον συνδυασμό πρακτικής και θεωρίας. Το πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση γίνεται ήδη στον πανεπιστημιακό χώρο. Ο συνδυασμός ανθρωπολογίας και μουσειολογίας στην ανώτερη εκπαίδευση εφοδιάζει τους φοιτητές με την ικανότητα εκμετάλλευσης της γνώσης που πηγάζει από την παρατήρηση των αντικειμένων και την αντίληψη των νοημάτων που κρύβονται πίσω από αυτά. Η κοινωνική πατίνα, η αλλαγή νοήματος που συνεπάγεται η διαφορέτική κάθε φορά αντιμετώπιση του αντικειμένου μέσω της μελέτης αποκαλύπτει την ταυτότητα τόσο των πολιτισμών που το δημιούργησαν όσο κα αυτών που το ερμήνευσαν. Τα αντικείμενα επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες και η ακαδημαϊκή ανθρωπολογία απελευθερωμένη από το θεωρητικό της πλαίσιο, βρίσκει νέους τρόπους συμβολής στην παγκόσμια κληρονομιά, αφήνοντας το χώρο σε αδικιμένους πολιτισμούς να μιλήσουν οι ίδιοι για την ιστορία τους. Εξίσου σημαντική είναι και η αποδέσμευση της ανθρωπολογίας από τη μονομερή ταύτιση της με τα εθνογραφικά μουσεία. Η πολιτισμική βιομηχανία αγγίζει την τέχνη και την επιστήμη ορίζοντας νεά πεδία ενασχόλησης της. Στον τομέα των επιστημονικών μουσείων και των μουσείων τέχνης, η μεσολάβηση της βασίζεται στην ερμηνεία, την πολιτισμική μετάφραση των καλλιτεχνικών και επιστημονικών γεγονότων, καθιστώντας τα κατανοητά στο ευρύ κοινό.
Το μουσείο ως ενδιάμεσος χώρος, αποτελεί το σημείο επαφής, έρευνας, μελέτης, κριτικής και επικοινωνίας. Η ανθρωπολογία συμβαδίζοντας με τη μουσειολογία, ανοίγει το δρόμο προς νέες κατευθύνσεις ερμηνείας, έκφρασης και έκθεσης του παγκόσμιου πολιτισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: