29 Φεβ 2008

Η ιστορία των μουσείων μπορούμε να πούμε ότι αντικατοπτρίζει την εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας σε κοινωνικό και γνωστικό επίπεδο, καθώς το πρώτο κιόλας μουσείο μέχρι το τελευταίο πιο σύγχρονο, συνδέονται απόλυτα με το ιστορικό, πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλονμέσα στο οποίο ιδρύονται και λειτουργούν.
Αρχικά τα μουσεία (όπως ονομάζονταν τότε οι χώροι μελέτης και έρευνας), κατά την αρχαιότητα, απευθύνονταν σε ένα κλειστό κύκλο ανθρώπων και κυρίως διανοούμενων. Π ροωθούσαν τη γνώση κια τον πολιτισμό, αλλά μέσα στα πλαίσια της κρατικής εξουσίας. Κατά την αναγέννσηση, οπότε κατα πολλούς έχουμε και την ίδρυση του πρώτου μουσείου, προγόνου του μουσείου με τη σημερινή έννοια- με την πρόοδο του εμπορίου, την κυριαρχία του υλισμού, της εκκοσμίκευσης του κόσμου και την κατανομή του ταξικού συστήματος με βάση τη σώρρευση πλούτου- τα μουσεία αποκτούν πολιτική διάσταση. Οι ευκατάστατοι συλλέκτες αντικειμένων θεωρούνταν και κυρίαρχοι της γνώσης, καθώς η γνώση τότε συνδεόταν με τη θέαση. Η ίδρυση ενός μουσείου, ήταν ο καλύτερος τρόπος να προσδώσει περισσότερο κύρος και αίγλη στους ήδη πλούσιους και έχοντες την εξουσία. Όπως η γνώση ήταν συνδεδεμένη απλά με τη θέαση χωρίς προβληματισμούς σχετικά με την αιτιότητα των πραγμάτων, έτσι και η σύνθεση των αντικειμένων ως εκθέματα γινόταν με βάση την ομοιότητά τους.
Μ ε την ανάπτυξη και την εξέλιξη των επιστημών, την θεωρίας της "κοσμοαντίληψης" και την εμφάνιση νέων κοινωνκών σχηματισμών, τα μουσεία άρχισαν να αποκτούν έναν πιο εκπαιδευτικό χαρακτήρα με ακαδημαικό υπόβαθρο. Οι συλλογές απο ιδιωτικές και κλειστές σταδιακά γίνονται δημόσιες και ανοιχτές στο ευρύ κοινό. Τα μουσεία γίνονται πιο εξειδικευμένα. Τον 19ο αιώνα με ορόσημο την γαλλική επανάσταση, τονίζεται ο εθνικός χαρακτήρας των μουσείων. Η γνώση τυπικά, είναι ανοιχτή για όλους. Γεννιέται η ιδέα του εθνικού μουσείου, το οποίο δεν είναι απλά χώρος απόκτησης γνώσης, αλλά τόπος διαμόρφωσης και ενίσχυσης της εθνικής συνείδησης. Τα λάφυρα των αποικιοκρατων νομιμοποιούνται ως εκθέματα μουσειακά και τα μουσεία γίνονται θεματοφύλακες του πολιτισμού και της παγκόσμιας κληρονομιάς, την οποία οικειοποιείται ως εθνική κάθε κράτος που την εκθέτει στις προθήκες του. Μέσω των εθνικών μουσείων ενισχυόταν πλέον το κύρος της πολιτισμικής κυριαρχίας των εθνών.
Στις μέρες μας πλέον τα μουσεία προσομοιάζονται με θεματικά πάρκα. Προυσιάζουν έντονες αλλαγές στην οργάνωση, στον προσανατολισμό και την επικοινωνική πολιτική τους με το κοινό. Στόχος του σημερινού μουσείου είναι ο διάλογος με το κοινό και η επικοινωνία. Η περιήγησή μας σε ένα μουσείο θεωρείται μια εμπειρία με πολιτιστική και κοινωνική σημασία, που μπορεί να αλλάξει την οπτική μας αντίληψη. Στην ουσία όμως, σε όλη τη διάρκεια του θεσμού, τα μουσεία προσάρμοζαν το χαρακτήρα τους και τη φυσιογνωμία τους με βάση τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά συμφραζόμενα και δεδομένα της κάθε εποχής. Οι σχέσεις εξουσίας μουσείων- κοινού, αλλά και οι σχέσεις εξουσίας που υφίστανται μέσα στη δομή ,την οργάνωση και τη λειτουργία ενός μουσείου υπήρχαν και θα υπάρχουν . Στις μέρες μας, ένα μουσείο μπορεί να προσδώσει κύρος σε οποιοδήποτε κομμάτι του υλικού πολιτισμού επίλέξει να εκθέσει στις προθήκες του. Η προεπιλεγμένες συλλογές, μπορεί να υποστηρίξει κανείς, ότι συμβάλλουν στον έλεγχο και στη χειραγώγηση της γνώσης, στη διαμόρφωση συγκεκριμένης πολιτιστικής αισθητικής και στον ορισμό του υλικού πολιτισμού. Η "κοσμοθεωρία" μπορεί να οδήγησε στην εκκοσμίκευση και στην εκλογίκευση του κόσμου, ο χώρος ενός μουσείου όμως, εξακολουθεί να παραμένει ένας ιερός τόπος που έχει την εξουσία να μετουσιώνει και να ιεροποιεί τα εκθέματά του.

28 Φεβ 2008

Ιατρίδη Πολυξένη

Πώς εξελίχθηκαν τα μουσεία ανά τους αιώνες;


Η έννοια του μουσείου είναι συνδεδεμένη με την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου για συλλογή και συγκέντρωση αντικειμένων από το παρελθόν. Ο θεσμός του μουσείου έχει μια μακραίωνη ιστορία και διαφοροποιήθηκε από την αρχική του φυσιογνωμία, ρόλο, λειτουργία σε σχέση με το εκάστοτε οικονομικό, κοινωνικό, πολιτικό, ιδεολογικό πλαίσιο και τις δομές της κοινωνίας.
Σημαντικό σταθμό στην ιστορία της εξέλιξης του θεσμού του μουσείου αποτέλεσε το «Μουσείον» των Πτολεμαίων στην Αλεξάνδρεια το οποίο ιδρύθηκε στα ελληνιστικά χρόνια. Ήταν κέντρο έρευνας και μελέτης και θεωρήθηκε από πολλούς ερευνητές ότι αποτέλεσε την πρώτη μορφή μουσείου ως θεσμού.
Στη νεότερη εποχή το παλάτι των Μεδίκων στη Φλωρεντία (Palazzo Medici - Riccardi) του 15ου αιώνα αποτέλεσε το πρώτο μουσείο στην Ευρώπη. Το παλάτι των Μεδίκων λειτούργησε ως πρότυπο για τη δημιουργία ιδιωτικών μουσείων κατά την Αναγέννηση. Τα ιδιωτικά-«αναγεννησιακά» μουσεία ονομάζονταν cabinetto, cabinet of curiosities, cabinet des curiosities και διέθεταν συλλογές από διάφορα πολύτιμα, σπάνια και αξιοπερίεργα αντικείμενα καθώς και από αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά γλυπτά. Η συλλογή του μουσείου ήταν ιδιωτική και απευθύνονταν σε ένα περιορισμένο κύκλο ανθρώπων, κυρίως άρχοντες και βασιλιάδες. Βασικό κίνητρο συλλογής εκείνης της εποχής ήταν η κοινωνική καταξίωση. Τα αντικείμενα αυτά αποτελούσαν μέσο επίδειξης της δύναμης και του πλούτου μεταξύ των ανθρώπων της άρχουσας τάξης.
Στα τέλη του δέκατου όγδοου η συγκρότηση εθνικών κρατών και η επικράτηση της αστικής τάξης οδήγησε στη διαμόρφωση μουσείων με αστικό, εθνικό χαρακτήρα, ανοιχτά στο ευρύ κοινό (το 1793 μετατρέπεται σε μουσείο το παλάτι του Λούβρου στο Παρίσι, το 1753 ιδρύεται το Βρετανικό Μουσείο). Τα εθνικά--ευρωπαϊκά μουσεία είναι μεγάλα μουσεία με συλλογές από διάφορους πολιτισμούς και περιοχές της γης.
Η σημερινή έννοια του όρου καθιερώνεται τον δέκατο ένατο αιώνα. Τα μουσεία εκλαμβάνονται πλέον ως εθνική κληρονομιά που προβάλουν τη αντικειμενική ιστορία του παρελθόντος και παράλληλα ενισχύουν την εθνική συνείδηση. Αλλάζει ο προσανατολισμός του μουσείου και αποκτά νέα εκθεσιακή λογική. Από αίθουσες έκθεσης περίεργων αντικείμενων που στόχο είχαν να προκαλέσουν έκπληξη και θαυμασμό, τα μουσεία μετατρέπονται σε εξειδικευμένους χώρους, στα οποία τα αντικείμενα αποτελούν φορείς γνώσης. Τα αντικείμενα δεν παρουσιάζονται πλέον ως συσσωρεμένοι θησαυροί αλλά κατατάσσονται με βάση επιστημονικούς, ταξινομικούς κώδικες, έτσι δημιουργήθηκαν μουσεία ιστορίας, γεωλογίας και φυσικής ιστορίας, ιστορίας τέχνης. Οι συλλογές πλέον γίνονται συστηματικές. Επιλέγονται συνειδητά κάποια αντικείμενα ως τυπικά και αντιπροσωπευτικά δείγματα μιας κατηγορίας αντικειμένων.
Οι εξελίξεις της κοινωνίας του εικοστού αιώνα ήταν καθοριστικές για τον καθορισμό της φυσιογνωμίας της λειτουργίας των σύγχρονων μουσείων. Τα σύγχρονα μουσεία του εικοστού αιώνα χαρακτηρίζονται από νέες αντιλήψεις και αλλαγές στη φιλοσοφίας τους. Τα μουσεία μετασχηματίζονται από χώρους καθαρά ακαδημαϊκούς σε χώρους με δημόσιο και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Μια από τις βασικές λειτουργίες του μουσείου αποτελεί η επικοινωνία με το ευρύ κοινό για το λόγο αυτό αναπτύσσει στρατηγικές επικοινωνίας για την προσέλκυση του. Σύμφωνα με τον ορισμό του Διεθνές Συμβουλίου Μουσείων (ICOM), «το μουσείο είναι ένα μόνιμο, μη κερδοσκοπικό ίδρυμα στην υπηρεσία της κοινωνίας και της ανάπτυξής της, ανοιχτό στο κοινό, που συλλέγει, διατηρεί, μελετά, επικοινωνεί και εκθέτει τα υλικά κατάλοιπα του ανθρώπου και του περιβάλλοντος του, για το σκοπό της έρευνας, της εκπαίδευσης και της επικοινωνίας».
Συμπερασματικά το μουσείο δεν αποτελεί μια οντότητα με διαχρονικό χαρακτήρα αλλά συνεχώς αλλάζει, εξελίσσεται, προσαρμόζεται ανάλογα με τις συνθήκες και τους ανθρώπους της εκάστοτε εποχής.

27 Φεβ 2008

"μουσεία"μέσα στον χρόνο

Οι μεταλλαγές στις οποίες υπόκεινται οι έννοιες μουσείο ή μουσειακό έκθεμα μέσα στο χρονικό διηνεκές αποκαλύπτουν πως η πραγματικότητα δεν έχει καμία απολύτως στέρεα διαχρονική και διαπολιτισμική υπόσταση αλλά αντίθετα δομείται μέσα από μια διαδικασία άντλησης πληροφοριών από μία βάση δεδομένων. Διαφορετική βάση δεδομένων συγκροτεί διαφορετική πραγματικότητα. Ουσιαστικά δηλαδή το κάθε πολιτισμικό σύστημα προβάλλει τους δικούς του όρους και τις δικές του ιεραρχικές αξίες πάνω στα ουδέτερα αντικείμενα προσδοκώντας στην δημιουργία μίας πραγματικότητας που να «βγάζει» νόημα για το ίδιο. Σημαντικότερος αρωγός στην προσπάθεια του ανθρώπου να προσεγγίσει και να κατανοήσει την πραγματικότητα αποτέλεσε ο επιστημονικός Λόγος (discourse) ή αλλιώς τα επιστημονικά παραδείγματα για τα οποία μίλησε ο Τhomas Kuhn.Κάθε επιστημονικό παράδειγμα τείνει να «φωτίσει» την πραγματικότητα με άξονα τους όρους που το ίδιο έχει εκ των προτέρων κατασκευάσει. Αλλαγή επιστημονικού παραδείγματος συνεπάγεται διαφορετική θέαση της πραγματικότητας. Η παραπάνω αντίληψη σηματοδοτεί την μεταμοντέρνα ή μετανεοτερική προσέγγιση όσον αφορά την πρόσληψη του πραγματικού η οποία έρχεται σε πλήρη διάσταση με την προγενέστερη ευρωπαϊκή πρόσληψη της πραγματικότητας ως μίας και μοναδικής οικουμενικής υπερ-αλήθειας η οποία εν-υπάρχει στα ίδια τα πράγματα.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον αποτελεί η διαπίστωση πως η εννοιολόγηση ενός αντικειμένου ως μουσειακού και γενικότερα τα αίτια και οι σκοποί συγκρότησης ενός μουσείου, αποκαλύπτουν τις ψυχο-κοινωνικές, ιστορικο-πολιτισμικές, επιστημολογικές και πολιτικο-οικονομικές αλήθειες κάθε εποχής. Έτσι, κατά την περίοδο της Αναγέννησης, όπου θεωρούνταν πως τα ορατά πράγματα αντιστοιχούν ή μοιάζουν με τα αόρατα, η κατοχή μουσειακών αντικειμένων από τους πρίγκιπες και λόγιους , τους μετέτρεπε αυτόματα σε φύλακες απόκρυφης γνώσης στην οποία είχε πρόσβαση μια κλειστή ομάδα εκλεκτών. Αυτός ο τύπος μουσείου υποχωρεί με την εμφάνιση της κλασικής επιστήμης η οποία αναλύει τα πράγματα με βάση τις διαφορές τους δημιουργώντας πίνακες ταξινόμησης. Η γνώση γίνεται προσβάσιμη από μεγαλύτερη ομάδα ανθρώπων και κάνουνε την εμφάνισή τους οι πρώτες δημόσιες συλλογές. Το 1793 η μετατροπή του Λούβρου από παλάτι σε μουσείο της Γαλλικής Δημοκρατίας σηματοδοτεί την απαρχή ενός τύπου μουσείου που ουσιαστικά καλλιεργεί το καινοφανές για τα χρονικά αίσθημα της εθνικής συνείδησης . Επιπλέον το επιστημονικό παράδειγμα της εποχής υφέρπει πίσω από την εκθεσιακή λογική καθώς όλα τα αντικείμενα εκθέτονται πάνω στο πρότυπο μιας αυστηρά ακαδημαϊκής ταξινομικής κωδικοποίησης(χρονολογική ταξινόμηση) που ως πρωτεύοντα σκοπό έχει την προαγωγή της γνώσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της νοοτροπίας αποτέλεσε η δημιουργία του Εθνικού Αρχαιολογικού μουσείου στην Αθήνα.
Τα σύγχρονα μουσεία αντίθετα εκθέτουν μία πραγματικότητα που είναι ανοιχτή σε πολλαπλές ερμηνείες . Οι κυρίαρχες επιστημολογικές παραδοχές της σύγχρονης εποχής πρεσβεύουν πως ο άνθρωπος όταν ανοίγει τα μάτια του δεν είναι η πραγματικότητα αυτό που βλέπει αλλά η πραγματικότητα που οι πεποιθήσεις, οι στερεοτυπικές καταβολές του και τα συναισθήματά του επιτρέπουν να δει. Ο νους δημιουργεί αυτό το οποίο κατόπιν βλέπει το μάτι.-

"Αντικειμενικοί" προβληματισμοί

Αντώνης Αγγελής

«Αντικειμενικοί» προβληματισμοί

Είναι γεγονός ότι ορισμένα αντικείμενα, λαμβάνοντας υπόψη τις τακτικές-πολιτικές επιλογής, νοηματοδοτούνται έτσι ώστε να διαδραματίσουν το ρόλο του θεματοφύλακα της εθνικής μνήμης. Οι κοινωνίες του γραπτού λόγου, της γραπτής ιστορίας, της χαλαρής μνήμης έχουν ανάγκη την ύπαρξη απτών αποδείξεων της ιστορικότητάς τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση το μουσειακό αντικείμενο παρουσιάζεται σαν δεκανίκι της μνήμης και μια τέτοια αντίληψη σαφώς υποστηρίζει, ενισχύει και κλιμακώνει τις συλλεκτικές προσπάθειες, φορτίζοντάς τις ταυτόχρονα με το αίσθημα της εθνικής αναγκαιότητας, του εθνικού χρέους. Χωρίς καμία πρόθεση όλα τα παραπάνω να αποτελέσουν κάποιο είδος μομφής παρά απλές διαπιστώσεις και προβληματισμούς, παρατηρείται ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν μουσειακά αντικείμενα, που καθίστανται μήλον τις έριδος μεταξύ κρατών στη κονίστρα των διακρατικών διεκδικήσεων και διευθετήσεων. Αυτή η πραγματικότητα υποστηρίζει μια υποψία κτητικότητας της ιστορίας, που εκφράζεται μέσα από την κτητικότητα των αντικειμένων. Έχω ωστόσο την εντύπωση ότι ένα αντικείμενο που αποτελεί για παράδειγμα λάφυρο πολέμου για τους νικητές έχει να θυμίζει τόσο σ’ αυτούς όσο και στους νικημένους κάτι, έστω κι αν αυτό το κάτι είναι διαφορετικό, δεν παύει όμως το κάτι αυτό να νοηματοδοτείται και στη μία και στην άλλη περίπτωση ως πολιτισμική αξία. Το ποιος τελικά θα είναι ο κάτοχος του αντικειμένου δε βλέπω κάποια σημαντικότητα σ’ αυτό αφού και στις δύο περιπτώσεις τόσο οι μεν όσο και οι δε θα το κατασκευάσουν ως κατασκευαστή εθνικής συνείδησης. Και βάζοντας τέλος σ’ αυτόν τον μακροσκελή προβληματισμό μήπως τελικά συνεχίζει να βασανίζει τη σκέψη μας και να τροφοδοτεί την εθνικιστική μας υπο-συνείδηση η αντίληψη ότι ο πολιτισμός είναι μια κλίμακα στης οποίας το ανώτατο σκαλί φτάνει μόνο ο λαός που έχει απτές αποδείξεις της ιστορικότητάς του;

Στεφοπούλου Ιωάννα: Πώς εξελίχθηκαν τα μουσεία ανά τους αιώνες;

Τα μουσεία σήμερα αποτελούν το πιο χαρακτηριστικό τμήμα του πολιτισμού ολόκληρου του κόσμου. Ο γέννηση του θεσμού του μουσείου με την έννοια που υπάρχει σήμερα, χρονολογείται σύμφωνα με την S. M. Pearce στα μέσα του 15ου αιώνα. Ωστόσο η ετυμολογία της λέξης «Μουσείο» συνδέεται με την αρχαιότητα καθώς προέρχεται από τη λέξη Μούσες. Οι Μούσες, κόρες του Δία και της Μνημοσύνης, σύμφωνα με την μυθολογία θεωρούνταν ότι ενέπνεαν τους ανθρώπους στο δημιουργικό τους έργο. Το Μουσείο δηλαδή ήταν η έδρα των Μουσών , μέσα στο οποίο υπήρχαν έργα τέχνης των ανθρώπων, που δημιουργήθηκαν με την «έμπνευση των Μουσών».

Το Μουσείο που ίδρυσαν οι Πτολεμαίοι στην Αλεξάνδρεια τα ελληνιστικά χρόνια θεωρείται από πολλούς ως το πρώτο μουσείο. Η πρώτη αυτή μορφή του μουσείου συνδέθηκε με την κρατική εξουσία και συγκεκριμένα με την εξουσία της δυναστείας των Πτολεμαίων. Φιλοδοξία του συγκεκριμένου μουσείου ήταν να συγκεντρώσει όλη τη σοφία του τότε γνωστού κόσμου και να αποτελέσει χώρο μελέτης και έρευνας για τους διανοούμενους της εποχής σε συνεργασία βέβαια με την Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας.

Για άλλους μελετητές, το Παλάτσο Μεντίτσι στη Φλωρεντία το οποίο χρονολογείται τον 15ο αιώνα, θεωρείται ως το πρώτο μουσείο. Σηματοδοτεί τις απαρχές των «μουσείων» και των συλλογών έργων τέχνης που δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη κατά την Αναγέννηση και γι΄ αυτό το λόγο χαρακτηρίζεται ως το πρώτο μουσείο της νεότερης εποχής. Το μουσείο αυτό συμβόλιζε την οικονομική κυριαρχία της οικογένειας των Μεδίκων, όπως ακριβώς και των Πτολεμαίων. Κύρια χαρακτηριστικά του ήταν ο ιδιωτικός χαρακτήρας και ο εγκόσμιος χαρακτήρας των συλλογών του.

Στη συνέχεια ακολούθησαν πολλά αναγεννησιακά μουσεία που στόχος τους ήταν η ενίσχυση του κύρους των βασιλιάδων, των ευγενών και γενικά των ανθρώπων με οικονομική επιφάνεια. Θα έλεγε λοιπόν κανείς ότι τα μουσεία της Αναγέννησης είχαν πολιτικές διαστάσεις καθώς συνδέονταν άμεσα με την εξουσία.

Αυτός ο τύπος μουσείου τον 17ο αιώνα άρχισε σταδιακά να εξασθενεί και να αντικαθίσταται από μουσεία με αστικό και εθνικό χαρακτήρα. Τον 18ο αιώνα παρατηρείται ο μετασχηματισμός των μουσείων από ιδιωτικά σε εθνικά. Έτσι τα εθνικά μουσεία αποτέλεσαν την εξέλιξη των αναγεννησιακών-ιδιωτικών μουσείων. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό του Λούβρου. Στόχος των Εθνικών Μουσείων που τα διαφοροποιεί από τα μουσεία της Αναγέννησης ήταν η ενίσχυση του κύρους των μουσείων αλλά και του κύρους των εθνών και της πολιτισμικής κληρονομιάς που πρόβαλαν.

Στα μέσα τέλος του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα τις τελευταίες δεκαετίες, λόγω των κοινωνικών, των επιστημονικών, των πολιτικών και των πολιτιστικών αλλαγών τα μουσεία πήραν άλλη μορφή. Έτσι σήμερα έχουμε τη δημιουργία σύγχρονων μουσείων, τα οποία επιδιώκουν να μην περιορίζονται μόνο στην συλλογή, συντήρηση, μελέτη και έκθεση υλικών μαρτυριών αλλά να προσαρμόζονται στις νέες κοινωνικές συνθήκες και στην ανάπτυξη της επικοινωνίας και διαλόγου με το κοινό τους. Συμπερασματικά λοιπόν ο ρόλος των σύγχρονων είναι κοινωνικός, παιδαγωγικός, εκπαιδευτικός και ψυχαγωγικός αφού αποτελούν χώρο συνάντησης, διαλόγου και επικοινωνίας διαφόρων και διαφορετικών κοινωνικών και πολιτισμικών κόσμων.

26 Φεβ 2008

Παυλίδου: Πώς εξελίχθηκαν τα μουσεία ανά τους αιώνες.

Η σύγχρονη φυσιογνωμία των μουσείων έχει διαμορφωθεί έπειτα από την μακρόχρονη ιστορική πορεία του θεσμού. Κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές, οικονομικές συνθήκες, τα δεδομένα κάθε εποχής συνέβαλλαν στις πολύπλευρες διαφοροποιήσεις του ρόλου των μουσείων, που συνεχίζει να διαμορφώνεται ως προς το περιεχόμενο του, το σκοπό του και τη σχέση του με την μεταβαλλομενη πολιτισμική πραγματικότητα.

Οι αρχαίες ελληνικές συλλογές, οι θησαυροί των ναών και των μαντείων καθώς και oι συλλογές των ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων, αποτελλούν τα πρώτα δείγματα της πρακτικής του «συλλέγειν», και άρα μια στοιχειώδης επισήμανση στην μουσειακή πρακτική.

Ο «νεοτερικός θεσμός» του μουσείου, σύμφωνα με την Pearce, γεννήθηκε στις αυλές της Ιταλίας. Το πρότυπο των αναγεννησιακών μουσείων, το Παλάτι των Μεδίκων του 15ου αι., σηματοδοτεί την αρχή της σύγχρονης ιστορίας του θεσμού. Πρόκειται για την απαρχή των λεγόμενων cabinet of curiosities, ιδιωτικές συλλογές σπάνιων και πολύτιμων αντικειμένων που απευθύνονται σε συγκεκριμένο κύκλο ανθρώπων, και προσδίδουν στους συλλέκτες τους κύρος και ισχύ.

Η ανάπτυξη της επιστήμης, στα τέλη του 17ου αι. και η επικράτηση νέων κοινωνικών δομών οδήγησε στην καθιέρωση του δημόσιου χαρακτήρα των συλλογών. Πλέον οι συλλογές απευθύνονται στο ευρύτερο κοινό και χάνουν τα ελιτίστικα χαρακτηριστικά τους. Η οριστική τομή στην εξέλιξη του μουσείου, όμως, παρατηρείται κυρίως στα τέλη του 18ου αι., μετά τη Γαλλική Επανάσταση. Επηρασμένη από τα νέα κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα, η φυσιογνωμία των μουσείων, αποκτά εθνική και αστική διάσταση. Το Μουσείο του Λούβρου, ως σύμβολο της δημοκρατίας, σηματοδοτεί το άνοιγμα των μουσείων στο ευρύ κοινό.

Τον 19ο αι. τα μουσεία ταυτίζονται με την εθνική κληρονομιά και αναλαμβάνουν τη διαφύλαξη της εθνικής ιστορίας μέσω των συλλογών τους. Με λίγα λόγια διαμορφώνουν την εθνική ταυτότητα αναβιώνοντας τη μνήμη. Στο σημείο αυτό ξεκινά και η συστηματοποίηση τους, με την οργάνωση των συλλογών τους σε κατηγορίες, διαχωρίζοντας τα αντικείμενα με βάση την εποχή, την σχολή, την προέλευση τους.

Ο νέος εθνικός χαρακτήρας των μουσείων οδηγεί στην συγκέντρωση μεγάλου αριθμού πολυπολιτισμικών αντικειμένων, προκειμένου να αναδειχτεί το εθνικό κύρος και μεγαλείο. Τα μεγάλα μουσεία θεωρούνται χώροι καλλιέργειας της εθνική παιδείας και ο νέος παιδαγωγικός τους ρόλος συμβάλλει στην τάυτιση της εθνικής κληρονομιάς με την παγκόσμια. Η συγκρότηση των συλλογών τους και η διαμόρφωση των εκθεσιακών χώρων ακολουθεί ακαδημαϊκά κριτήρια, ενώ η συσσώρευση μεγάλου πλήθους αντικειμένων επιβάλλει την αποθήκευση και την επιλογή αυτών που δεν θα συμπεριληφθούν στην έκθεση του μουσείου. Τα αντικείμενα δεν συγκεντρώνονται και παρουσιάζονται απλά, αλλά η έκθεση τους εξυπηρετεί τον παιδευτικό ρόλο των μουσείων, εγκαινιάζοντας μια νέα εκθεσιακή λογική. Επιστημονικά κριτήρια και χρονολογικές αντιλήψεις καθορίζουν την ταξινόμηση των αντικειμένων και διαμορφώνουν τον χώρο του μουσείου σε τόπο αντικειμενικής αναπαράστασης της πραγματικότητας.

Το νέο στοιχείο που εισάγουν τα σύγχρονα μουσεία ως προς τον κοινωνικό τους ρόλο είναι το στοιχείο της επικοινωνίας και του διαλόγου. Το μουσείο διαλλέγεται με τα κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα και προσπαθεί να αποτελέσει βασικό πόλο κοινωνικής, πολιτιστικής και ψυχαγωγικής δράσης. Το περιεχόμενο των σύγχρονων μουσείων αγγίζει, πλέον, όλους τους τομείς της ανθρώπινης δράσης και γνώσης, γεγονός που συμβάλει στην εξειδίκευση τους.

Συνοψίζοντας η βασική γραμμή εξέλιξης των μουσείων, ακολουθεί την μεταβολή τους από τον ιδιωτικό χώρο έκφρασης της άρχουσας τάξης σε χώρο-φορέα γνώσης συνδεδεμένο με την ευρύτερη κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική πραγματικότητα.

Πώς εξελίχθηκαν τα μουσεία ανα του αιώνες

Αντώνης Αγγελής

Πώς εξελίχθηκαν τα μουσεία ανά τους αιώνες

Το μουσείο ως θεσμός δέχτηκε μέσα στην πάροδο των χρόνων διάφορες εξελίξεις και αλλαγές μεταβάλλοντας και διαφοροποιώντας μέσα στην ιστορική πορεία τη φυσιογνωμία του, το ρόλο και τη λειτουργία του. Προβαίνοντας κανείς σε μια ιστορική αναδρομή αντιλαμβάνεται πως το μουσείο είναι ένας ζωντανός οργανισμός που τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τα εκάστοτε πολιτικά, κοινωνικά και πολιτισμικά δεδομένα, πρόκειται δηλαδή για έναν οργανισμό που αναπτύσσει αμφίδρομη σχέση με τις κοινωνικές και γενικότερα πολιτισμικές επιταγές και ανάγκες αφού κατασκευάζεται από την ανάγκη κατασκευής της πολιτισμικής «αλήθειας».

Η πρώτη μορφή μουσείου, ως θεσμού που προωθούσε τη γνώση και τον πολιτισμό, ήταν το «Μουσείον» των Πτολεμαίων στην Αλεξάνδρεια. Επρόκειτο λοιπόν για έναν θεσμό που είχε συνδεθεί με την κρατική εξουσία, απέβλεπε στην ενίσχυση του κύρους και της αίγλης της δυναστείας των Πτολεμαίων και απευθυνόταν σε έναν κλειστό κύκλο διανοουμένων. Με την ίδια προοπτική της οικονομικής κυριαρχίας, του κύρους και της κατάκτησης ενός υψηλού στάτους το 15ο αιώνα ιδρύθηκε από τον Cosimo de Medici το Παλάτι των Μεδίκων που αποτέλεσε το πρότυπο «μουσείο» της εποχής της Αναγέννησης. Στην πραγματικότητα αυτά τα ιδιωτικά «μουσεία», τα ονομαζόμενα cabinet of curiosities, είχαν τη μορφή «θησαυρών». Οι θησαυροί αυτοί απαρτίζονταν από πολύτιμα, σπάνια και περίεργα αντικείμενα που προσέδιδαν μεγάλο κύρος στους κατόχους τους και σ’ αυτούς που τους συγκροτούσαν και ασφαλώς απευθύνονταν σε έναν περιορισμένο κύκλο ανθρώπων.

Είναι σημαντικό εδώ να σημειωθεί ότι κατά τη περίοδο της Αναγέννησης παρατηρείται μια συστηματική προσπάθεια αναζήτησης της αλήθειας, η οποία θα προέκυπτε μέσα από τη γνώση της πραγματικότητας, του απτού κόσμου. Αυτή η αντίληψη σε συνάρτηση με την πεποίθηση ότι άψυχα αντικείμενα κρύβουν αναλογίες και αντιστοιχίες με το έμψυχο σύμπαν οδηγούσε σε μια προσπάθεια ορθολογικής ερμηνείας του κόσμου μέσα από την κατανόηση και ερμηνεία του υπερφυσικού, μέσα δηλαδή από μια περίεργη συνδιαλλαγή και σύμπραξη του επέκεινα και του ενθάδε. Το γεγονός λοιπόν ότι διάφορα και ποικίλα αντικείμενα έκρυβαν μέσα τους τη γνώση της πραγματικότητας και της αλήθειας και μπορούσαν να αποδώσουν μια σαφή αναπαράσταση της εικόνας του κόσμου, καθιστούσε ιδιαιτέρως σημαντική τη θέση των «μουσείων», ιδιωτικών θησαυρών, καθώς επίσης κληροδοτούσε στους κατόχους των πολύτιμων αντικειμένων το αγαθό του ελέγχου της γνώσης τόσο του ορατού όσο και του αόρατου κόσμου.

Στα τέλη του 17ου αιώνα οι ιδιωτικές συλλογές μετατρέπονται σε δημόσιες αλλά μόνο μετά το τέλος της Γαλλικής επανάστασης τα ιδρύματα που φιλοξενούσαν τους εν λόγω θησαυρούς μεταβάλλονται από ιδιωτικά σε εθνικά. Είναι η εποχή, όπου συντελούνται μεγάλες κοινωνικοπολιτικές αλλαγές και ανακατατάξεις, κάτι που δεν αφήνει ανέπαφο το θεσμό του μουσείου που από τροφοδότης κοινωνικού στάτους μετατρέπεται σε φύλακα της εθνικής κληρονομιάς και κατ’ επέκταση της εθνικής ταυτότητας. Τα μουσεία είναι ανοιχτά για το ευρύ κοινό και ο ρόλος τους ιδίως κατά το 19ο αιώνα είναι η διατήρηση και η ενίσχυση της εθνικής μνήμης. Μπορεί η αναγεννησιακή αντίληψη περί των υπερφυσικών δυνάμεων των αντικειμένων να έχασε την ισχύ της, ωστόσο έμεινε αναλλοίωτη η πεποίθηση ότι τα μουσεία συσσώρευαν μια αύρα αυθεντικότητας που προέκυπτε από την αντικειμενικότητα των αντικειμένων. Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια τα μουσειακά αντικείμενα εκλαμβάνονταν ως εθνική κληρονομιά και παρατηρείται έτσι μια κλιμάκωση της ανάγκης συλλογής αντικειμένων. Επιπλέον η διαφύλαξη και η προβολή του «ωραίου», δηλαδή η αισθητική απόλαυση των μουσειακών αντικειμένων, μπαίνει σε δεύτερη μοίρα μπροστά στο εθνικό χρέος της μεταλαμπάδευσης της γνώσης και του σχηματισμού εθνικής συνείδησης. Γι’ αυτήν την εκπαιδευτική λειτουργία του μουσείου και με την επιστημονική συμβολή και επικουρία το 19ο αιώνα τα μουσεία διαμορφώθηκαν ως λογικοί και επιστημονικοί τόποι αντικειμενικής αναπαράστασης της πραγματικότητας βάζοντας τακτικότητα στο χάος των ιδιωτικών συλλογών. Ο επιστημονικός λοιπόν προσανατολισμός των μουσείων ενισχύει τον εκπαιδευτικό τους ρόλο και καθορίζει το στόχο τους που δεν είναι άλλος από την κοινοποίηση της κατεκτημένης αντικειμενικής, επιστημονικής γνώσης, ωστόσο το κοινό παραμένει ένας παθητικός δέκτης της ακαδημαϊκής αυτής γνώσης

Φτάνοντας στο σήμερα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι τα σύγχρονα μουσεία επιδιώκουν και επιδίδονται σε μια επικοινωνιακή πολιτική που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους. Έτσι μεταφερόμαστε από την παθητική κατανάλωση σε έναν πιο ουσιαστικό εκπαιδευτικό ρόλο του μουσείου που βασίζεται στην επικοινωνία και το διάλογο με το κοινό, ενώ επίσης η εξειδίκευση που χαρακτηρίζει το σύγχρονο επιστημονικό γίγνεσθαι και η πολύπλευρη κοινωνική πραγματικότητα έχουν καταστήσει επιτακτική την ανάγκη ύπαρξης ποικίλων, διαφορετικών μουσείων, με διαφορετικό περιεχόμενο.

25 Φεβ 2008

ALEKSIOU-EKSELIXI MOUSEION

ΑΛΕΞΙΟΥ ΝΙΚΗ
Πώς εξελίχθηκαν τα μουσεία ανά τους αιώνες;
Η ετυμολογία της λέξης μουσείο δεν είναι άσχετη με την αρχαιότητα, όπως πιθανό γίνεται αντιληπτό με την πρώτη ματιά. Ένα μουσείο σήμερα αποτελείται από έργα τέχνης, τα οποία δημιουργήθηκαν από ανθρώπους με την έμπνευση όμως των μουσών. Τα μουσεία, όπως και κάθε κοινωνικός θεσμός δεν είναι δεδομένες και σταθερές οντότητες που φέρουν πάντα και παντού τα ίδια χαρακτηριστικά, αλλά ο χαρακτήρας τους μεταβάλλεται και καθορίζεται από διαφορετικές κάθε φορά ιστορικές και πολιτισμικές συνθήκες.
Τα πρώτα μουσεία στην ιστορία της ανθρωπότητας απέχουν παρασάγγας από την σημερινή αντίληψη που έχουμε γι αυτά, τόσο που πολλοί δεν μπορούν να τα αποδεχτούν ως μουσεία. Πρώτο μουσείο θεωρείται από πολλούς το Μουσείον των Πτολεμαίων στην Αλεξάνδρεια κατά τα Ελληνιστικά χρόνια. Το μουσείο αυτό σχετίζονταν με τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και απευθύνονταν σε λίγους διανοούμενους . Ήταν χώρος μελέτης και έρευνας. Το γεγονός ότι στεγάζονταν στο χώρο των ανακτόρων και λειτουργούσε για την αύξηση της αίγλης της Δυναστείας του έδινε πολιτικό χρώμα.
Το για πολλούς δεύτερο μουσείο εμφανίζεται χρόνια αργότερα, το 15ο αιώνα στη Φλωρεντία και είναι ίσως αντιπροσωπευτικότερο δείγμα από το προηγούμενο. Είναι το Παλάτι των Μεδίκων, ένα αναγεννησιακό κτίριο με ιδιωτικό χαρακτήρα που αποτέλεσε πρότυπο για αντίστοιχα μουσεία της Αναγέννησης από εύπορες οικογένειες. Τα μουσεία αυτά ονομάζονταν cabinet of curiosities και περιλάμβαναν συλλογές από πολύτιμα, σπάνια και παράξενα αντικείμενα, αλλά κι από αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά γλυπτά. Δεν ήταν ανοιχτά στο ευρύ κοινό και αποσκοπούσαν κυρίως στην επίδειξη πλούτου και κύρους της οικογένειας, έχουν δηλαδή κι αυτά πολιτικό χαρακτήρα. Παράλληλα , συναντάμε την ίδια περίοδο και συλλογές ναών και μονών με εκκλησιαστικά κυρίως κειμήλια.
Το 17ο αιώνα ο τύπος αυτών των μουσείων αρχίζει να υποχωρεί, λόγω των νέων ανακαλύψεων και της ανάπτυξης των επιστημών και τα μουσεία αυτά αποκτούν χαρακτήρα αστικό και εθνικό, αλλαγή που κορυφώνεται κατά το 19ο αιώνα. Οι ιδιωτικές συλλογές γίνονται δημόσιες και στα τέλη του 18ου το Λούβρο μετατρέπεται από παλάτι σε εθνικό μουσείο. Κατά το 19ο τα περισσότερα ευρωπαϊκά μουσεία είναι εθνικά και φιλοξενούν την εθνική κληρονομιά. Ταξινομούν και εκθέτουν τις συλλογές με ακαδημαϊκά κριτήρια και καλλιεργούν την εθνική μνήμη. Παράλληλα, αρχίζουν και δημιουργούνται ειδικά μεγαλόπρεπα κτίρια και αλλάζουν οι πρακτικές ταξινόμησης. Στο Παρίσι συγκεντρώνονται έργα τέχνης και αντικείμενα από χώρες που είχε κατακτήσει ο Ναπολέων με σκοπό την εξέλιξη της ανθρώπινης γνώσης. Μαζί με την ταξινόμηση με βάση επιστημονικούς κώδικες, εφαρμόστηκε και η χρονολογική ταξινόμηση, γεγονός που έβαλε σε νέες βάσεις στη μορφή των μουσείων.
Μέσα από αυτή την πορεία που δόθηκε συνοπτικά παραπάνω, οδηγούμαστε στα σημερινά μουσεία. Από τα μέσα του 20ου αιώνα οι κοινωνικοπολιτικές κι επιστημονικές συνθήκες άλλαξαν κι εξακολουθούν να αλλάζουν με γρήγορους ρυθμούς και να δημιουργούν νέες μορφές μουσείων. Μεγάλο βάρος δίνεται στην επικοινωνία που μπορεί να αναπτύξει το μουσείο με το ευρύ κοινό. Στόχος του μουσείου δεν είναι μόνο η έκθεση του υλικού πολιτισμού, αλλά και η σύνδεση των μουσειακών αντικειμένων με το ιστορικό, κοινωνικό και πολιτισμικό τους περιβάλλον. Ο ρόλος των μουσείων δεν είναι πια αποκλειστικά παιδευτικός, αλλά κυρίως κοινωνικός και πολιτιστικός. Κι όσο οι συνθήκες αλλάζουν και οι επιστήμες εξελίσσονται, τόσο μεταβάλλεται η μορφή και ο ρόλος των μουσείων, καθώς, όπως επισημάνθηκε προηγουμένως, τα μουσεία δεν αποτελούν διαχρονικές κι αμετάβλητες αξίες, αλλά είναι ευέλικτα κι ευπροσάρμοστα στον κοινωνικό και πολιτισμικό τους ρόλο.

19 Φεβ 2008

What is the single most important function of museums?

Τι είναι μουσείο;
Ποιος είναι ο σκοπός του;
Ποια είναι η θέση του στην κοινωνία;
Ποιος είναι ο ρόλος του;
Ποια η λειτουργία του;
Πώς εξελίσσονται τα μουσεία ανά τους αιώνες;
Πώς αντιμετωπίζουν τις συλλογές τους;
Πώς τα μουσεία εμπλέκονται με τον κόσμο μέσω των αντικειμένων;
Ποιά είναι η σχέση τους με το κοινό τους;
Το Μουσείο είναι ουδέτερος χώρος;
Παράγει ιδεολογία;
Κατασκευάζει κοινωνικές πραγματικότητες;
Πώς εντάσσονται τα μουσεία στον κοινωνικό κόσμο του σήμερα;
Πώς επαναπροσδιορίζεται η θέση τους στην κοινωνία;
Πώς ερμηνεύονται τα μουσεία υπό το πρίσμα του μεταμοντερνισμού;
Αυτά είναι κάποια από τα ζητήματα τα οποία θα μας απασχολήσουν στον πρώτο κύκλο μαθημάτων Ανθρωπολογίας και Μουσείων. Καλωσήρθατε!